παρανυχίδα

παρανυχίδα
η
βλ. παρωνυχίδα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παρωνυχίδα — και παρανυχίδα, η / παρωνυχίς, ίδος, ΝΜΑ 1. μικρή ακίδα στην άκρη του νυχιού ή γύρω από το νύχι 2. ασήμαντο γεγονός, ασήμαντη, αμελητέα πλευρά ενός θέματος νεοελλ. το φυτό παρωνυχία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ωνυχίς (< ὄνυξ, υχος). Το ω τού τ …   Dictionary of Greek

  • Α,α — Το γράμμα που παρέμεινε επικεφαλής του αλφαβήτου, σε όλη τη διάρκεια και τις φάσεις της ιστορίας του. Προήλθε από το πρώτο σύμβολο του φοινικικού αλφαβήτου, που είχε το γραμμικό σχήμα ⊄, δηλαδή περίπου το σχήμα της κεφαλής του ταύρου και… …   Dictionary of Greek

  • παρωνυχίδα — παρωνυχίδα, η και παρανυχίδα, η 1. τραύμα, φλεγμονή στη ρίζα του νυχιού. 2. μτφ., ασήμαντο ζήτημα: Πολλά σοβαρά θέματα θεωρούνται από πολλούς παρωνυχίδες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”